Συνεργάτες του ΕΕΑ, ειδικοί του Προγράμματος, αναλύουν τα βασικά χαρακτηριστικά του και εστιάζουν στις θετικές συνέπειες για την επιχειρηματικότητα.

Γράφει η κα Βασιλάκη Καλλιόπη

Σύμβουλος-Διαγνώστης Προγράμματος EWG

Το πρόγραμμα «European Network for Early Warning and for Support to Enterprises and Second Starters», χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία COSME και αποσκοπεί στη δημιουργία ενός«Ευρωπαϊκού Δικτύου για την έγκαιρη προειδοποίηση και την Υποστήριξη των Επιχειρήσεων στη δεύτερη ευκαιρία», το οποίο θα είναι αρμόδιο για την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης στις επιχειρήσεις και τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων που βρίσκονται σε δυσχερή θέση και επιχειρηματίες που έχουν έντιμα πτωχεύσει και αγωνίζονται για ένα δεύτερο ξεκίνημα.
Η έγκαιρη προειδοποίηση, η πρόληψη και η υποστήριξη επιχειρήσεων σε κρίση είναι ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι μπορούν να αποτρέψουν την πτώχευση ή την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης.
Πρόκειται συνεπώς για ένα έργο που αφορά χιλιάδες επιχειρήσεις και τους ιδιοκτήτες τους που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και τον κίνδυνο της πτώχευσης.
Καθώς στο πρόγραμμα συμμετέχουν 15 φορείς, δημόσιοι και ιδιωτικοί, από επτά Ευρωπαϊκές Χώρες  (Δανία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Βέλγιο, Πολωνία και Ελλάδα), εκτιμάται ότι με το πέρας της εφαρμογής του θα προκύψουν ποικίλα συμπεράσματα που τελικώς θα αποτελέσουν το όχημα για τη διαμόρφωση σχετικών ευρωπαϊκών πολιτικών ως προς τη στήριξη του επιχειρείν.
Από την Ελλάδα στο ως άνω αναφερόμενο Δίκτυο συμμετέχουν ως εταίροι το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ και το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών.
Στο πλαίσιο της γενικευμένης οικονομικής κρίσης και της δύσκολης κατάστασης των ελληνικών δημοσιονομικών και της ελληνικής οικονομίας, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, οι περιορισμοί που υφίστανται οι ελληνικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα οι  ΜμΕ μεγεθύνονται για τους παρακάτω λόγους:
  • Αυξημένο κόστος δανεισμού (βραχυπρόθεσμου και μέσο-μακροπρόθεσμου)
  • Έλλειψη ρευστότητας που ως χαρακτηριστικό γνώρισμα του εγχώριου και διεθνούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος καθιστά δυσκολότερη την πρόσβαση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση, καθώς οι τράπεζες πλέον εφαρμόζουν αυστηρότερα κριτήρια χορηγήσεων.
  • Μείωση της συνολικής κατανάλωσης ως απόρροια της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών (συνέπεια της ανόδου του κόστους δανεισμού και της ανόδου των τιμών καθώς οι επιχειρήσεις μετακυλύουν, ολικά ή μερικά, το κόστος δανεισμού στις τελικές τιμές).
  • Μείωση της ζήτησης παροχής υπηρεσιών και πώλησης προϊόντων από το εξωτερικό (όπως εξαγωγές αγροτικών και βιομηχανικών προϊόντων, παροχή τεχνοοικονομικών υπηρεσιών, συμμετοχές σε αναπτυξιακά προγράμματα και δίκτυα συνεργασιών κ.λπ), πτώση της εγχώριας οικοδομικής δραστηριότητας.
  • Οι επιπτώσεις σε σημαντικούς οικονομικούς κλάδους: Αν και η ένταση των επιπτώσεων της κρίσης διαφέρει σε διαφορετικούς κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, όσο πιο καίριος είναι ο κλάδος που πλήγεται για την εθνική οικονομία τόσο μεγαλύτερες είναι οι παράπλευρες απώλειες σε «περιφερειακούς» κλάδους. Έτσι, για παράδειγμα η πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας έχει αρνητικές επιπτώσεις σε μια σειρά άλλων εξαρτώμενων από την οικοδομική δραστηριότητα κλάδων και επαγγελμάτων, μεταξύ των οποίων πρωτεύουσα θέση έχει και το εμπόριο.
  • Καθυστέρηση υλοποίησης έργων και προγραμμάτων επιχορήγησης: Η καθυστέρηση υλοποίησης των αναπτυξιακών έργων του Δημοσίου (π.χ. ΕΣΠΑ) καθυστερούν την ένταξη των ΜΜΕ σε προγράμματα εκσυγχρονισμού και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς τους.
Οι ανωτέρω περιορισμοί έρχονται να προστεθούν σε μια σειρά διαρθρωτικών αδυναμιών που αντιμετωπίζουν (ενδογενώς και εξωγενώς) οι ΜΜΕ, όπως: το ρυθμιστικό/ κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας, η δυσκολία πρόσβασης στις διεθνείς αγορές, η έλλειψη επιχειρηματικών ευκαιριών, οι δυσκολίες πρόσβασης στην επιχειρηματική πληροφόρηση και συμβουλευτική υποστήριξη, οι δυσκολίες πρόσβασης σε χρηματοδότηση, η έλλειψη οργανωτικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων και η δυσχέρεια εξασφάλισης ανθρώπινου δυναμικού με αυξημένες δεξιότητες και ικανότητες
Η ένταση και η έκταση της οικονομικής κρίσης και οι διαμορφούμενες οικονομικές συνθήκες τείνουν να διαφοροποιήσουν τις προτεραιότητες των ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες προτάσσουν την επιβίωσή τους. Το κυρίαρχο μικρό και πολύ μικρό μέγεθος της ελληνικής επιχείρησης δεν αποτελεί κατ’ ανάγκη μειονέκτημα δεδομένου ότι προσδίδει ευελιξία και προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και μεγαλύτερη εγγύτητα στις ανάγκες του πελάτη. Οι προκλήσεις και ευκαιρίες που παρουσιάζονται στο μεσοπρόθεσμο μέλλον σηματοδοτούν και τις προσαρμογές που πρέπει να αφομοιώσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις και κυρίως οι  ΜμΕ προκειμένου να είναι βιώσιμες και να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα τους.
Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω οι κυριότερες προκλήσεις για την υλοποίηση του έργου Early Warning Europe που συνάμα αποτελούν και ιδιαίτερες απαιτήσεις είναι οι εξής:
  • Ο εντοπισμός των επιχειρήσεων σε κίνδυνο και γενικά η προσέλκυση κρίσιμης μάζας επιχειρήσεων για να συμμετάσχουν στις δράσεις του προγράμματος «European Network for Early Warning and for Support to Enterprises and Second Starters».
  • Η συμμετοχή έμπειρων συμβούλων που υποστηρίζουν τις επιχειρήσεις στο πλαίσιο της υλοποίησης των δράσεων του προγράμματος, κατά τρόπο αποτελεσματικό και συμβατό με τη στοχοθεσία του προγράμματος.
  • Η κινητοποίηση πολλών ενδιαφερόμενων μερών που αποτελούν συνδιαμορφωτές του περιβάλλοντος του έργου, όπως παρουσιάστηκε ανωτέρω.